Η μελέτη του Ινστιτούτου «Αρχιπέλαγος» και του University of Plymouth επιβεβαιώνει τη σημασία της εμπειρικής γνώσης των ψαράδων
Έρευνα του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος» και του University of Plymouth του Ηνωμένου Βασιλείου, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Ocean & Coastal Management, αναδεικνύει τη σημασία της Τοπικής Οικολογικής Γνώσης των παράκτιων αλιέων στη χαρτογράφηση θαλάσσιων οικοτόπων, όπως είναι τα προστατευόμενα θαλάσσια λιβάδια Ποσειδωνίας (Posidonia oceanica).
Η μελέτη, αξιοποιώντας τη μακροχρόνια συνεργασία του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος» με τις αλιευτικές κοινότητες των Φούρνων, Λειψών, Αρκιών, Πάτμου και Λέρου, έδειξε ότι σε σύγκριση με δορυφορικά δεδομένα, οι χάρτες των ψαράδων παρουσίασαν ακρίβεια ~78% κατά μέσο όρο, αγγίζοντας σε ορισμένες περιπτώσεις έως και το 92%. Αντίθετα, η αξιολόγηση των επίσημων χαρτών της Γενικής Διεύθυνσης Αλιείας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ) για την ακτογραμμή των πέντε νησιών αποκάλυψε μια συστηματική υποεκτίμηση της έκτασης των λιβαδιών Ποσειδωνίας στο 52%.
Τα ευρήματα καταδεικνύουν ότι η εμπειρική γνώση των ψαράδων μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στη διαχείριση και προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, ενώ η σταδιακή συρρίκνωση της παράκτιας αλιείας απειλεί τη διατήρηση αυτής της πολύτιμης πληροφορίας.
Ακολουθεί η ανάρτηση του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος» (24/03/2025):
Παράκτιοι αλιείς: Ο μεγαλύτερός μας σύμμαχος για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος
Για δεκαετίες, ερευνητές και ακαδημαϊκοί έχουν αντιμετωπίσει τους αλιείς με τεχνοκρατική υπεροψία όσον αφορά την κατανόηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Όμως, ποια είναι η πραγματικότητα σχετικά με τις γνώσεις των ψαράδων για τη θάλασσα;
Σήμερα, στο επιστημονικό περιοδικό Ocean & Coastal Management δημοσιεύθηκε έρευνα του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας “Αρχιπέλαγος” σε συνεργασία με το University of Plymouth του Ηνωμένου Βασιλείου. Η μελέτη αξιοποιεί τη μακροχρόνια συνεργασία μας με τις αλιευτικές κοινότητες των Φούρνων, Λειψών, Αρκιών, Πάτμου και Λέρου, με στόχο την καταγραφή της Τοπικής Οικολογικής Γνώσης (Local Ecological Knowledge). Σε αντίθεση με την επιστήμη των πολιτών, η Τοπική Οικολογική Γνώση βασίζεται σε πολυετείς παρατηρήσεις του περιβάλλοντος, οι οποίες συχνά μεταφέρονται από γενιά σε γενιά.
Η έρευνά μας είχε δύο βασικούς στόχους:
1. Να αξιολογήσει την ακρίβεια της τοπικής οικολογικής γνώσης των αλιέων στη χαρτογράφηση θαλάσσιων οικοτόπων, όπως είναι τα προστατευόμενα θαλάσσια λιβάδια Ποσειδωνίας (Posidonia oceanica).
2. Να συγκρίνει την εγκυρότητα των χαρτών που δημιουργήθηκαν από τους αλιείς με την εγκυρότητα των επίσημων χαρτών της Γενικής Διεύθυνσης Αλιείας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ), ώστε να διαπιστωθεί ποιος από τους δύο μπορεί να προσφέρει καλύτερη πληροφόρηση για τη διαχείριση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στο θαλάσσιο περιβάλλον.
Τα αποτελέσματα είναι αποκαλυπτικά:
• Σε σύγκριση με δορυφορικά δεδομένα, οι χάρτες των ψαράδων παρουσίασαν ακρίβεια ~78% κατά μέσο όρο, αγγίζοντας σε ορισμένες περιπτώσεις έως και το 92%.
• Αντίθετα, η αξιολόγηση των επίσημων χαρτών του ΥΠΑΑΤ για την ακτογραμμή των πέντε νησιών αποκάλυψε μια συστηματική υποεκτίμηση της έκτασης των λιβαδιών Ποσειδωνίας στο 52%. Δηλαδή, σύμφωνα με τον επίσημο χάρτη, το κόστος του οποίου ανήλθε στα 660.000 ευρώ για όλη την Ελλάδα, τα προστατευόμενα λιβάδια εμφανίζονται να καλύπτουν στις μισές περιπτώσεις έκταση πολύ μικρότερη από αυτή που πραγματικά καταλαμβάνουν. Αυτό έχει σοβαρές επιπτώσεις στην εφαρμογή της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την προστασία αυτού του κρίσιμου οικοτόπου, με αρνητικές συνέπειες για το θαλάσσιο περιβάλλον.
Οι παράκτιοι αλιείς, περνώντας τις περισσότερες μέρες του έτους στη θάλασσα – και σίγουρα κατά πολύ περισσότερες από οποιονδήποτε ερευνητή ή ακαδημαϊκό – αποδεικνύουν για ακόμα μία φορά ότι οι γνώσεις τους για τα θαλάσσια οικοσυστήματα είναι αξιόπιστες και πολύτιμες. Η παράβλεψή τους όχι μόνο υπονομεύει το πνεύμα της συνεργατικής διαχείρισης – προϋπόθεση για την επιτυχία των μέτρων προστασίας – αλλά συνιστά και μια πολυτέλεια που δεν έχουμε. Σε μια εποχή όπου τα κενά γνώσεων από ελλιπή δεδομένα οδηγούν ολόκληρα οικοσυστήματα στην εξαφάνιση προτού καν γνωρίσουμε την ύπαρξή τους, η αξιοποίηση αυτής της τοπικής οικολογικής γνώσης είναι πιο αναγκαία από ποτέ. Αυτό άλλωστε αναγνωρίζεται και από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα, στη βιβλιογραφία της οποίας έρχεται να συμβάλει με επιπλέον αποδεικτικά σημαντικά στοιχεία η παρούσα έρευνα.
Με βαθιά εκτίμηση στις γνώσεις των αλιέων, εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες το Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας “Αρχιπέλαγος” βρίσκεται πάντα σε στενή συνεργασία με τους παράκτιους ψαράδες, τους οποίους αναγνωρίζουμε ως τους πιο σημαντικούς συμμάχους μας στην προσπάθεια προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος.
Η διαχρονική απαξίωση της παράκτιας αλιείας από τις κρατικές αρχές στην Ελλάδα, έχει οδηγήσει σε δραματική συρρίκνωση του κλάδου και σταδιακή ερήμωση των αλιευτικών λιμανιών της χώρας, ενώ οι περισσότερες παράκτιες περιοχές και νησιά αντί να πωλούν ντόπια φρέσκα αλιεύματα, αναγκάζονται να εισάγουν, από τις κεντρικές αγορές. Παράλληλα, με τα κίνητρα για εγκατάλειψη της παράκτιας αλιείας να είναι περισσότερα από αυτά που δίνονται για συνέχισή της, βλέπουμε πως όλο και λιγότεροι νέοι ψαράδες συνεχίζουν το επάγγελμα και την παράδοση των παλιών. Το αποτέλεσμα; Ο πλούτος της τοπικής οικολογικής γνώσης που επί αιώνες μεταδόθηκε από γενιά σε γενιά, σήμερα συρρικνώνεται όλο και ταχύτερα, με κίνδυνο να χαθεί, παίρνοντας φυσικά μαζί του και ένα ανεκτίμητο κομμάτι της ελληνικής παράδοσης και νησιωτικής ταυτότητας.
Διαβάστε την επιστημονική δημοσίευση παρακάτω