Μια συγκινητική αναδρομή στη ζωή και το έργο του Γιάννη Λομβαρδά από την φιλόλογο Ηρώ Τσαρνά-Κ.
Η καριωτίνα ποιήτρια Ηρώ Τσαρνά-Κ μοιράζεται τις σκέψεις και τα συναισθήματά της για την Απώλεια του Διακεκριμένου Οδοντιάτρου, αγαπημένου φίλου και συμπατριώτη Γιάννη Λομβαρδά τιμώντας την πλούσια κληρονομιά που άφησε πίσω του μέσα από τη ζωή και το έργο του.
Αναζητώντας τον Θεό σου!
Δεν ξέρω πώς να σε αποχαιρετήσω, ξεχωριστέ φίλε και συμπατριώτη, Γιάννη Λομβαρδά, μα αμέσως μόλις έστριψες στη γωνιά, απ’ όπου σε μισοβλέπουμε για πάντα, μου ήρθαν αμέσως στο νου οι στίχοι του α) Κώστα Καρυωτάκη και β) αυτοί του Νίκου Γκάτσου :
Α) Επρόδωσαν την αρετή / κι ήρθαν οι έσχατοι πρώτοι
Με χρήμα παίρνεται η καρδιά κι αποτιμάται ο φίλος
(Δυστυχία)…
Β) Θε μου γιατί γιατί γιατί/ κείνοι που σκύβουν το κεφάλι
Και τεμενάδες κάνουν πάλι στο τύραννο και στον προδότη
Θε μου γιατί γιατί γιατί / να ΄ρχονται κείνοι πάντα πρώτοι/
Κι εμείς οι αγνοί και λεύτεροι/ να ΄μαστε πάντα δεύτεροι
(Οι πρώτοι και οι δεύτεροι)
Όσο πιο λίγα πούμε για σένα, τόσο το καλύτερο, αφού έχουν τόσα να πουν τα έργα σου, τα βήματά σου σ’ αυτή τη γη.
Όταν μου ζήτησες να μιλήσω κι εγώ για το βιβλίο σου Η Ύβρις της Ανισότητας , η μεγάλη τιμή που μου έκανες δεν μπόρεσε να εξαλείψει το δέος που αισθάνθηκα μπροστά σ’ αυτό το περισπούδαστο έργο, απότοκο χρόνων μελέτης και τόνων ευαισθησίας και γνώσης! Ο τοκετός ήταν επώδυνος και δύσκολος, αλλά η ώθηση που έδινε η ψυχή ήταν σαν το κύμα που χαϊδεύει τον τόπο, σαν την υπόσχεση που βγαίνει από υπεύθυνα χείλη, σαν την ευέλπιδα ημέρα που σηκώθηκε νωρίς νωρίς, να φωτίσει τον κόσμο! Η ημέρα, το ομηρικό ήμαρ, που παραπέμπει στο Ινδ. Ευρ. αmor (= αγάπη.)
Μα αυτό σου το βιβλίο, αυτό το νεογέννητό σου, διαχέει την αγάπη μέσα στους αιώνες. Ο τίτλος και η διαπραγμάτευσή του μιλούν για την Ύβρη που μπαίνει διασπαστικά μέσα στις σχέσεις των ανθρώπων, εισάγοντας την ανισότητα και τον αλληλοσπαραγμό. Εσύ θέλησες να δεις τους δρόμους της αλληλεγγύης που φέρνουν τα φωτισμένα μυαλά, οι αληθινοί δημοκράτες, οι καλλιτεχνικοί και πνευματικοί δημιουργοί. Ο αγώνας μας να είναι σ’ αυτή τη γη, όχι για τον άρτο τον επιούσιο, αλλά για τη ζωή, για τη χαρά, για τη δημιουργία.
Είμαι σίγουρη ότι ο λόγος σου, εδώ, δεν ήταν και δεν θα είναι «φωνή βοώντος εν τη ερήμω», θα γεννήσει ο σπόρος σου ζωή και οι πρώτοι που θα τη δουν αυτή τη σοδειά, θα είναι οι συμπατριώτες σου, αυτοί που διάλεξες να σε νανουρίσουν στον αιώνιο ύπνο σου, ο τόπος σου, το νησί σου, που κράτησε την τελευταία σου ανάσα για φυλαχτό για τις ημέρες που είναι να ‘ρθουν.
Ο τόπος σου είχε πάντα μια αγκαλιά ανοιχτή για σένα κι εσύ ανταπέδιδες αυτή την αγκαλιά, όταν κλίνη σου ήταν η ζεστή φωλιά του σπιτιού στου στον Άγιο Κήρυκο και εκείνη στον Άγιο Πολύκαρπο, αλλά και οι αποθέστρες που ξεκούραζαν τα βήματά σου, όταν διέτρεχες τις ομορφιές και την ιστορία του αγαπημένου σου νησιού. Είπα ιστορία. Η Ιστορία σου δεν ήταν των ηγητόρων και προυχόντων, ήταν του καθενός από εμάς για να έχουμε λόγο σ’ αυτή τη ζωή!
Με την ίδια ζεστασιά τύλιγες και τους δικούς σου ανθρώπους, τη γυναίκα σου, τα παιδιά σου, τα εγγόνια σου, αλλά και του φίλους σου που τους εμφυσούσες έναν αέρα, έμπνευσης και περηφάνιας, και στην ανταπέδιδαν με το δικό τους τρόπο!
Μακάρι το γραφείο σου που ακουμπούσες σκέψεις και ψυχή, στην Αθήνα και στην Ικαρία, να βρει συνεχιστές ανάμεσα στους δικούς σου ανθρώπους, και να τιμήσουν την κληρονομιά των πολύτιμων βιβλίων που φωλιάζουν στις Βιβλιοθήκες σου. Νομίζω πως αυτό έχει αρχίσει να γίνεται ήδη από τα παιδιά σου και να καρποφορεί.
Θα κρατήσουμε για πάντα επτασφράγιστο θησαυρό το χαμόγελό σου, την απλοχεριά της σκέψης και της πράξης, την προσήνειά σου και θα σκύβουμε πάντα με προσήλωση στα μαθήματα που μας άφησες για όσα έσκυψες ο ίδιος με τόση προσοχή και ευλάβεια στα βιβλία σου και στη ζωή σου.
Δεν ξέρω αν ο Θεός σου εξαγνισμένος απ’ τα γραπτά σου μέσα στους αιώνες, σου κρατούσε το χέρι, ή εσύ κρατούσες το δικό του και τον οδηγούσες προς τα εμάς, γιατί ως το τέλος του επίγειου ταξιδιού σου, το μυαλό σου και το πρόσωπό σου είχε διώξει τον πόνο κι έφεγγε σαν πυγολαμπίδα –στα σκοτάδια που μας κατακλύζουν- κατακάθαρο, αναλλοίωτο διαυγές σαν το νερό και σαν την ψυχή σου και ολόλαμπρο σαν τον Ήλιο που τον εκθείαζες, και όχι άδικα, τον Βασιλιά και Θεό, πολλών λαών και των ονείρων μας !
Υ.Γ. Σ’ ευχαριστούμε γι όσα μας χάρισε η επιστημοσύνη σου, η εμβριθής έρευνα σε ό,τι καταπιάστηκες, η καθαρότητα και η γενναιότητα του πνεύματος και της ψυχής σου, ο εμπνευσμένος, σφριγηλός και αγέρωχος χαρακτήρας σου που σπάθιζε και θα εξακολουθεί να σπαθίζει τους χωλούς, γερασμένους και ανέραστους καιρούς που ζούμε!
Ηρώ Τσαρνά-Κ