Εισήγηση της ποιήτριας και φιλολόγου Ηρώς Τσαρνά στην ημερίδα του Συλλόγου Ικαρίων Επιστημόνων με θέμα “Μια πρώτη περιήγηση στα Κάστρα της Ικαρίας”
Η Δρ. Νεοελληνικής Φιλολογίας, συγγραφέας και ποιήτρια Ηρώ Τσαρνά ήταν μία από τις βασικές εισηγήτριες στην επιστημονική ημερίδα που διοργάνωσε την Τετάρτη 28 Αυγούστου ο Σύλλογος Ικαρίων Επιστημόνων, με τη συνδρομή της Εφορείας Αρχαιοτήτων Σάμου – Ικαρίας και του Δήμου Ικαρίας, με θέμα “Μια πρώτη περιήγηση στα Κάστρα της Ικαρίας”. Το θέμα της εισήγησής της ήταν “Για ηρωίδες και ήρωες της Ικαρίας, με αφορμή ένα δημοτικό τραγούδι”.
Ακολουθεί η εισήγηση της Ηρώς Τσαρνά
Για ηρωίδες και ήρωες της Ικαρίας, με αφορμή ένα δημοτικό τραγούδι
Ο Αντωνάκης …τράβηξε κατά τα βορεινά βουνά και ψηλώματα, όπου κόκκινες ανεμώνες, κάνουν τους σωρούς τις πέτρες των χειμάρρων και ξηροπόταμων να παρομοιάζουν με κοράλλια ανθρωποκτόνων λιθοβολισμών, Μαρτύρων, Ιερομαρτύρων, Οσιομαρτύρων και Νεομαρτύρων, που οι πυκνές πράσινες φτέρες φτερώνοντάς τους τους κρύψαν, στα κάστρα τα ψηλά και τα οχυρά, στα κόκκινα χώματα… που ρυάκια και ποτάμια, διπλά τους απόπλυναν, μεταβάλλοντάς τους σε λίθους πελεκητούς και τείχη μαρμάρινα, σχήματα ανάλογα με το αρχικό γράμμα της δόξας.
“Πόλεως και Νομού Δράμας Παραμυθία”, σ. 282, Ν. Γ. Πεντζίκης
Επίζηλα τα ενδότερα του νησιού της Ικαρίας, από τους Γενουάτες που τότε, μέσα του 14 ου αιώνα όργωναν το Αιγαίο. Το νησί είχε το κάστρο του αυτό του Κοσκινά και τα οχυρά του. Οχυρωμένο, σε λιγότερο βαθμό, ήταν και το Δράκανο, το λιμάνι του Φαναρίου.
Ο αγώνας γύρω από το κάστρο αυτό τραγουδήθηκε, όπως και με τα άλλα κάστρα ανά την Ελλάδα και πρότυπό τους φέρεται Το κάστρο της Ωριάς (ή της Οβριάς, κατ’ άλλους της Σουριάς) ή το κάστρο του Μαρούς, του Αμορίου κατά τα φαινόμενα, που κατακτήθηκε από τους Άραβες το 838.
Το κάστρο του Κοσκινά, στη νότια κορυφή του βουνού “Κεφάλα»” που δέχτηκε επίθεση, στα μέσα του 14 ου αιώνα, πιθανότατα από τον φοβερό πειρατή Καφείρο, το υπερασπίζεται μια κόρη. Τα χαράματα, ξεκινώντας από τον όρμο του Φαναρίου, περικυκλώνουν το κάστρο και τις γύρω περιοχές της Μεσαριάς: τις Υψηλές, τις Ατσίδες, το καμπί του παπά-Φιλίππου. Στη φωνή τους απαντά ο γέρο–Ατζίδης πως άδικα φοβερίζουν, γιατί αυτό εδώ δεν είναι σαν τα άλλα κάστρα είναι άπαρτο.
Κάνει λόγο και για τους εννιά αδελφούς τους καστροπολεμίτες, μόνο που τώρα παντρεύουνε μιαν αδελφή απάνω στη Λαγκάδα. Ο μικρός από το πλήθος των κατακτητών, σκαρφαλώνει σιγά-σιγά προς το κάστρο κι οι άλλοι τον ακολουθούν να κάνουνε ρισάλτο (=έφοδο,
ιταλική λέξη).
Και τότε φαίνεται η μικρή, η κόρη που επικαλείται (προστρέχει στη) τη βοήθεια του Άη Γεώργη τον Δοργανά (του Δράκανου):
“Να σύρω την πλακίτσαμ μου, να πάρω δέκα κάτω.
Και ξαναδευτερώννει την κι ησκότωσεμ πενήντα,
και πάλιγ ξανατρίτωσεγ και πάσιν εννενήντα”.
….
Ένας από τον Χαλικά της Μεσαριάς προβάλλει στο μπεντένι (=στο προπύργιο, τούρκικη λέξη), δηλώνει ότι αγαπά την κόρη κι εκείνη δεν τον θέλει. Αν του τη χαρίσουν θα τους ανοίξει. Εκείνοι του υπόσχονται το κορίτσι και άλλα δώρα, κι αυτός τους ρίχνει τα κλειδιά.
Λογικά η κόρη είναι ταγμένη τώρα στον Χαλικά. Οι εχθροί μπαίνουν αρματωμένοι στο κάστρο και οι πέντε γιοί της Κώσταινας, οι καστροπολεμίτες, φεύγουν με τη μανούλα τους από το στενό πέρασμα, έξοδο κινδύνου από το κάστρο προς την παράπλευρη κορυφή του βουνού. (1)
Το κορίτσι που υπερασπίζεται το κάστρο του Κοσκινά της Νικαριάς έχει πρωτίστως κοινά στοιχεία με την αντρειωμένη λυγερή του δημώδους ακριτικού άσματος. Η ηρωίδα εδώ εικάζεται πως είναι η μάνα του Βασιλείου Διγενή Ακρίτα, την οποία ο Σαρακηνός μελλοντικός
άντρας της, που θα γίνει χριστιανός, όταν τη θωρεί από ψηλά, στον πόλεμο σ’ Ανατολή και Δύση θα πει στους στρατιώτες του:
«Παιδιά και μη δειλιάσετε, παιδιά, μη φοβηθείτε.
Γυναίκειος είν’ ο πόλεμος, νυφαδιακός ο κούρσος!”
Κι η λυγερή θα προστρέξει στον Άη Γιώργη:
“Αφέντη μου, Άη Γιώργη μου, χώσε με το κοράσιο,
να κάμω τά ‘μπα σου χρυσά και τά ‘βγα σου ασημένια…”
Εσκίσανε τα μάρμαρα κ’ εμπήκε η κόρη μέσα.
Κι ο Σαρακηνός:
“Άγιε μου Γιώργη χριστιανέ, φανέρωσε την κόρη,
Να βαφτιστώ στη χάρη σου εγώ και το παιδί μου,
εμέ να βγάλουν Κωνσταντή και το παιδί μου Γιάννη”.(=Ο Διγενής)
Ανοίξανε τα μάρμαρα κ’ εφάνηκεν η κόρη
Τα κοινά στοιχεία με το τραγούδι του “Κάστρου του Κοσκινά”, είναι α) η προσφυγή της ηρωίδας στον Άη Γιώργη για βοήθεια (2) , β) στο ότι κι εδώ με πλάγιο τρόπο κερδίζει στο θέμα του πολέμου ο Σαρακηνός που θα την πάρει γυναίκα του, όπως ο Χαλικάς στο άσμα της Ικαρίας γ) το στοιχείο της υπερβολής στα κατορθώματα της λυγερής, όπως διατυπώθηκαν και στις κινήσεις της κόρης του “Κάστρου του Κοσκινά” αλλά και η τριπλή επανάληψη των κινήσεών τους. Ο αριθμός τρία, όπως και το εννιά και το πέντε που είδαμε στο “κάστρο του Κοσκινά”, όπως και το 12 αλλού, είναι ιεροί, συμβολικοί στο δημοτικό τραγούδι:
Φτερνιά δίνει του μαύρου της, πάει σαράντα μίλια,
κι άλλη μεταδευτέρωσε στον πόλεμον εμπήκε.
Στα ‘μπα της στράτες έκανε, στα ‘βγα της μονοπάτια,
στ’ άλλο της στριφογύρισμα, έσπασε το λουρί της,
φανήκαν τα χρυσόμηλα, τα λινοσκεπασμένα.
(όπου οι κινήσεις της λυγερής σε τρία στάδια).
Η αντρειωμένη λυγερή έχει όμως και ένα άλλο ατού, που, τουλάχιστον φαινομενικά λείπει από την κόρη του Κοσκινά:
Αντρίκια ντύθη κι άλλαξε και παίρνει τ’ άρματά της,
φίδια στρώνει το φάρο (=το φαρί) της κι οχιές τον καλλιγώνει,
και τους αστρίτες τους κακούς τους βάνει φτερνιστήρια.
Οι γυναίκες που θέλουν να επιτύχουν ένα σκοπό και τους εμποδίζει σ’ αυτό το φύλο τους, ντύνονται ρούχα αντρικά , όπως η αντρειωμένη λυγερή, όπως η Ωριά (Ωραία) του ομώνυμου κάστρου, όπως η Ιωάννα της Λωρραίνης, τον 15 ο αι 100νταετής πόλεμος μεταξύ Αγγλίας-Γαλλίας της οποίας η καταδίκη στην πυρά, είχε αιτία το ότι ντύθηκε αντρικά ρούχα), όπως η Γαλλίδα ποιήτρια της Αναγέννησης Λουίζ Λαμπέ (πόλεμος της Γαλλίας με την Ισπανία στο πλευρό του καλού της).
Γυναίκες θρύλοι που δεν ήταν μόνο ηρωίδες στις μάχες, αλλά και ηρωίδες του έρωτα. Να ήταν τέτοια και η ομηρική Μελανθώ η δούλη ερωμένη του μνηστήρα Ευρύμαχου που την κρέμασε ο Οδυσσέας (“καλλιπάρειος”, αλλά αχάριστη προς την κυρά της (3) (Οδ. σ. 600/601), της οποίας το όνομα αναφέρεται και στο Έπος του Διγενή). Στην τελευταία αυτή κατηγορία, τις ηρωίδες του έρωτα, ανήκουν και τόσες άλλες αρχής γενομένης από τη Σαπφώ που επικαλείται και ο Οβίδιος στις Ηρωίδες του και ο Ρίλκε στις Σημειώσεις του Μάλτε Λάουριτς Μπρίγκε…
Και η Πάπισσα Ιωάννα του Εμμ. Ροίδη, στην ίδια κατηγορία ανήκει. Μεταμφιέστηκε σε άντρα πρώτα για να κατακτήσει τον αγαπημένο της μοναχό Φρουμέντιο κι όταν ο έρωτάς της εξαντλήθηκε στράφηκε στον κύριο σκοπό της, την έρευνα για να φέρει στο φως τα άπλυτα του Μεσαίωνα.
Ας επανέλθουμε μετά από αυτήν την παρέκβαση στην κόρη του “Κάστρου του Κοσκινά”. Η δική της μεταμφίεση, η δική της μεταμόρφωση σε άντρα ήταν συμβολική∙ δεν φόρεσε αντρικά ρούχα αλλά ντύθηκε τη γενναιότητα, τόση που ξεπερνά τα όρια. Έγινε με τις πράξεις της ανδρειωμένη, δηλαδή απέκτησε αυτή την ανδρική ιδιότητα πολεμώντας με θάρρος άντρα.
Δεν αυτοκτόνησε όπως στο άσμα της Καππαδοκίας Της Μαρούς το
κάστρο:
Άνοιξε κ’ η Μάρου, μπήκεν ο ξένος.
Στον ξένον καταπόδι σ’ ίλοι σέμπανε.
‘Εβγαλε τα τσαγγιά της, τσάρουχα φορεί,
έβγαλε τη ζωστή της ράμμα ζώνεται,
στους φύργους ανατρέχει και μοιριολογά:
“Το κάστρο μ’ σαν επάρτη, τι θελ’ την ζωή;”
Και κάτω εκρημνίστην και σκοτώθηκε
τσαγγιά=υψηλά υποδήματα/ τσαγγάρης, φύργους = πύργους
Κι εδώ όμως, ξεγελάστηκε η ηρωίδα, με μπαμπεσιά πάρθηκε το κάστρο, γιατί ο εχθρός μπήκε παριστάνοντας τον οδοιπόρο και τον κατατρεγμένο:
“Άνοιξε, Μάρου μ’ ‘ανοιξε ο ξένος να μπη
Που ν’ τα βουινά γιομάτ΄από στρατέματα
…
Τη νύχτα να περάση, να μη σκοτωθή”.
Με μπαμπεσιά παίρνεται και το κάστρο της Ωριάς. (4) Μόνο που εκεί η μεταμόρφωση γίνεται από τον μικρό κατακτητή, το τουρκάκι.
Πράσινα ρούχα βγάζει ράσα φόρεσε
Τον πύργο πύργο πάει και γυροβολάει
…Για άνοιξε άνοιξε πόρτα, πόρτα της Ωριάς,
Πόρτα της μαυρομάτας της βασίλισσας
… – Φεύγα απ’ αυτού, βρε Τούρκε, βρε σκυλότουρκε.
– Μα το Σταυρό, κυρά μου, μα την Παναγιά,
Εγώ δεν είμαι Τούρκος, ουδέ Κόνιαρος (5)
Είμαι καλογεράκι απ’ ασκηταριό.
Δώδεκα χρόνους είχα όπ’ ασκήτευα,
Χορτάρι –ν εβοσκούσα σαν το πρόβατο,
Κι ήρθα να πάρω λάδι για τις εκκλησιές
Όμως και σ΄αυτό το άσμα της “Μαρούς το κάστρο” , όπως και στο “κάστρο της Ωριάς”, όπως και “στο κάστρο του Κοσκινά”, πίσω από τη μάχη για τον τόπο, υποβόσκει πάντα και ο έρωτας, όπως συμβαίνει και με το έπος του Βασιλείου Διγενή Ακρίτα, όπου αυτό το συναίσθημα κρατά ένα σημαντικό μέρος, ανάμεσα στους πολέμους και τις μάχες. Τις κόρες των κάστρων των δημοτικών τραγουδιών, καταχρηστικά τις ονομάσαμε “Ηρωίδες του έρωτα”, γιατί οι τελευταίες είναι, κυρίως οι εγκαταλελειμμένες ερωμένες ή εκείνες που η αγάπη τους βρίσκεται μακριά. Πίσω από αυτά τα άσματα υπάρχουν πάντα τα σοφιστικά μυθιστορήματα των ελληνιστικών χρόνων (Αχιλλέας Τάτιος: Τα κατά
Λευκίπην και Κλειτοφώντα, Ηλιόδωρος: Αιθιοπικά …, τα ερωτικά μυθιστορήματα του 13 ου αιώνα (Ιμπέριος και Μαργαρώνα, Καλλίμαχος και Χρυορρόη, Φλώριος και Πλατζιαφλώρα, Βέλθανδρος και Χρυσάντζα, Λύβιστρος και Ροδάμνη …
Και πιο παλιά ο Όμηρος με τους ήρωές του, στον πόλεμο κυρίως, Αχιλλέας, Οδυσσέας.
Ξεκινήσαμε από το “κάστρο του Κοσκινά” της Ικαρίας, κάναμε τη γνωριμία με την ηρωίδα του, είδαμε τις αρετές και τις αντιδράσεις της γύρω από το κάστρο και γύρω από την ίδια της τη ζωή. Αναδιφώντας μέσα στα κείμενα των δημοτικών τραγουδιών και περπατώντας στα ίχνη των τραγουδιών του Ακριτικού κύκλου συναντάμε και λέξεις που λέγονταν τότε, λέγονται και σήμερα στο νησί μας. Έτσι συναντήσαμε στην παραλλαγή του έπους του χργρ. του Εσκοριάλ το δικό μας “απέσωσεν” (=ηπόσωσεν) (=έφτασε) εις τον οίκον του και πιο κάτω –στο ίδιο κείμενο-:
Και ο έρωτας εξεπλήρωσε πάσας των τας ελπίδας, και πάντα τα θελήματα και τα εξαρέσκιά των (6) =τους πόθους τους
Λέξεις που συναντάμε και σήμερα στη γλώσσα μας, την ελληνική, και στην προκειμένη περίπτωση, την ικαριακή, που φανερώνουν μια συνέχεια πολιτισμού, ηθών, εθίμων μέσα στο χρόνο.
Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος. Γιατί, εκτός από την ηρωίδα στο κάστρο του Κοσκινά, έχουμε κι έναν ήρωα στα οχυρά του όρμου του Φαναρίου, στο Δράκανο (Ας θυμηθούμε τον Άη Γεώργη τον Δοργανά, που δεν είναι άλλος από αυτόν του Δρακάνου) (7).
Το όρος της Ικαρίας, πάνω από 1.000 μ. λέγεται σήμερα Αθέρας, (8) μα παλιότερα λεγόταν Πράμνος και Δράκανο. Άρα κάποια σχέση έχει ο χώρος του Φαναρίου με το όρος Δράκανο, το χιονισμένο όρος του Θεοκρίτου που φαίνεται πως κατέβαινε και πλάι στη θάλασσα:
Χαίροι μεν Διόνυσος, ον εν Δρακάνω νιφόεντι
Ζευς ύπατος μεγάλαν επιγουνίδα κάτθετο λύσας∙
χαίροι δ’ ευειδής Σεμέλα και αδελφαί αυτάς,
Καδμείαι πολλαίς μεμελημέναι ηρωίναις,
Αι τόδε έργον έρεξαν ορίναντος Διονύσω
Ουκ επιμωματόν μηείς τα θεών ονόσαιτο. =
Χαίρε, Βάκχε, που σχίζοντας ο Δίας τον μηρό του
Σ’ απίθωσε στο Δράκανο το χιονοσκεπασμένο∙
χαίρε, Σεμέλη όμορφη, και σεις οι αδελφές της,
κόρες του Κάδμου ηρωικές, την προσταγή του Βάκχου
εσείς που εφροντίσατε για να την κάνετε έργο.
Ας μην κατηγορεί κανείς ό, τι οι θεοί προστάζουν. (9)
Στον κάβο Φανάρι η παράδοση, σύμφωνα με τον Ν. Πολίτη (10) λέει ότι είναι ένας παλαιός πύργος. Σ’ αυτόν είχαν φυλακισμένο τον Ίκαρο. Μεταπλάθοντας την παράδοση, συνηγορώντας σ’ αυτό άλλες παραδόσεις, όπως η σχετική με την παράδοση για τον πύργο του Φαναριού (επί Δημητρίου Πολιορκητή) και του θησαυρού του (11) ή με την παράδοση για την Κρητικοπούλα βασιλοπούλα Χιόνα, θα υπέθετα ότι ο Ίκαρος δεν ήταν φυλακισμένος, αλλά φύλακας, του πύργου του Φαναρίου. Η φυλακή του Ικάρου στον κάβο Φανάρι, σημαίνει επομένως, όχι τον φυλακισμένο Ίκαρο, όπως αναφέρεται στη σχετική παράδοση (12), τον ταγμένο να φυλάει τον θησαυρό, υλικό ή πνευματικό του πύργο ως καλό στοιχειό, ως φύλακα, φρουρό του πύργου του Φαναρίου (13). Όπως άλλωστε σημαίνει και η λέξη ήρωας =αυτός που φυλάει, προστατεύει. Θησαυρός κρυμμένος, όπως και σε άλλα μέρη, από αυτούς που είχαν εγκαταλείψει την Πόλη, μετά την άλωσή της από τους Τούρκους. Ήρθαν από την Ανατολή και έθαψαν τον θησαυρό. Κι ένας γέρος που τους είδε, μόλις έφυγαν πλησίασε και βρήκε έναν άνθρωπο σκοτωμένο που υπέθεσε ότι τον θυσίασαν στο στοιχειό (14) του πύργου. Ο Ίκαρος είχε εντωμεταξύ πάει στην Κρήτη, ως υποψήφιος
γαμπρός για τη Χιόνα την κόρη του βασιλιά. Βρήκε την κόρη, που ήταν κλεισμένη σε μια από τις 99 κάμαρες του παλατιού και κέρδισε το στοίχημα να την κάνει γυναίκα του. Στην επιστροφή προς Ικαρία μαζί με τον πατέρα του και τη Χιόνα, του έλιωσε το κερί που κρατούσε τα φτερά, κι έπεσε στη θάλασσα της Ικαρίας, που ονομάστηκε από τότε
Ικάριο πέλαγος και παρέμεινε ως καλό στοιχειό του νησιού και του Πύργου του.
Εφοδιασμένος με τα φτερά του πολυτεχνίτη πατέρα του ο νεαρός Ίκαρος θέλησε, αψηφώντας τους κινδύνους να φτάσει τον ουρανό, τη θεϊκή κατοικία. Για τον σκοπό αυτό είχε μεταμορφωθεί και αυτός σε πουλί που διέσχιζε τους αιθέρες. Η πτώση του δεν σήμαινε
αναγκαστικά αποτυχία, αφού με την τόλμη της νιότης του είχε ανοίξει δρόμο προς τους ουρανούς. Τόσο είχε επηρεάσει και επηρεάζει ως σήμερα ο ηρωισμός του που οι αναφορές στο κατόρθωμά του δεν τελειώνουν. Ήδη στην Αρχαιότητα είναι τόσο διαδεδομένο το κατόρθωμά του, ώστε ο Αίσωπος αναφέρει αετούς σκαθάρια και καμήλες που ανέβηκαν στον ουρανό και μάλιστα σε μύθο του βάζει καμήλα να συνδιαλέγεται με τον Δία! (15)
Το καλό στοιχειό του όμως παρέμεινε στο νησί να προστατεύει τον κρυμμένο θησαυρό και να πλουτίζει με τη μορφή του τη Λογοτεχνία και τη φαντασία όχι μόνο του τόπου του αλλά και όλων των τόπων του κόσμου.
Την κατάκτηση του ουρανού από τον δικό του ήρωα- Ίκαρο ασπάζεται ο ευφυής Έλληνας συγγραφέας από τα Σαμόσατα, πρωτεύουσα της Κομμαγηνής (που την αναφέρει και ο Καβάφης) της Συρίας (120-182 ή 92 μ.Χ.), ο Λουκιανός, στον “Ικαρομένιππο ή Υπερνέφελο” του όπου συνδιαλέγονται για ένα τέτοιο εγχείρημα ο φίλος και ο κυνικός
φιλόσοφος και σατιρικός συγγραφέας από τη Συρία (Γάδαρα 300-260 π.Χ., ο οποίος επηρέασε τον Λουκιανό) ο Μένιππος:
Φίλος: “Και δεν εφοβήθης, τολμηρότατε των ανθρώπων, μήπως καταπέσης κάπου εις την θάλασσαν και γίνης αφορμή ν’ αποκτήσωμεν και Μενίππειον πέλαγος, όπως το Ικάριον;”
Μένιππος: “Καθόλου. Ο Ίκαρος είχε τα πτερά κολλημένα με κερί, επομένως δεν εβράδυνε να τα λυώση ο ήλιος και ούτω εμάδησε και κατέπεσε. … Άκουσε τι έκαμα εγώ. Συνέλαβα ένα μεγάλο αετόν και ένα γύπα από τους πλέον δυνατούς και τους έκοψα τα πτερά ομού με τους
ώμους…”
Φίλος: “…ανυπομόνως περιμένω το τέλος της διηγήσεως…”
Μένιππος: “Εξετάζων τα πράγματα του κόσμου δεν εβράδυνα να εύρω γελοία και ευτελή και αβέβαια όλα τα ανθρώπινα, δηλαδή τα πλούτη, τας εξουσίας και τας βασιλείας. Περιφρονήσας αυτά έκρινα ότι η περί τούτων ασχολία γίνεται εμπόδιον εις την μελέτην των αληθώς σπουδαίων ζητημάτων κ’ επροσπαθούσα να ανυψώσω την σκέψιν μου και να την στρέψω προς το σύμπαν”.
Τον Μένιππο βλέποντας από ψηλά τη γη μη δυνάμενο να διακρίνει ανθρώπους και πράγματα στενοχωρημένο τον παρηγορεί η παρουσία του φυσικού Εμπεδοκλή που ρίχτηκε στον κρατήρα της Αίτνας και τώρα βρίσκεται επάνω, στη σελήνη και αεροβατεί και τρέφεται με δροσιά.
“Και μην με παίρνεις για θεό”, λέει ο φυσικός στον απογοητευμένο από όλους σχεδόν τους σοφούς της χώρας του, αλλά και από τους περισσότερους ανθρώπους που τους χαρακτηρίζει με την ομηρική φράση “ετώσιον άχθος αρούρης” (περιττό βάρος της γης). Τον παρηγορεί ακόμη ο μυθοποιός Αίσωπος “όστις παριστά τους αετούς και τους κανθάρους, ενίοτε δε και τας καμήλας ότι δύνανται να φθάσουν εις τον ουρανόν.” (16)
Ο Μένιππος θα αποσώσει ως τον ουρανό και στους θεούς του Ολύμπου, θα μιλήσει με τον ίδιο τον Δία και με την σελήνη (17) που του εκφράζει παράπονα για τους σοφούς οι οποίοι ασχολούνται επί ματαίω μαζί της. Αλλά στο συνέδριο των θεών ο Δίας θα διατάξει να του
αφαιρεθούν τα φτερά για να μην ξαναπετάξει στους ουρανούς (ο Όμηρος πάντα παρών: Η και κυανέησιν επ’ οφρύσι νεύσε Κρονίων= Είπε και ένευσε με τας μαύρας του οφρύς ο υιός του Κρόνου, Ιλιάς). Ορίζει τον Ερμή να τον κατεβάσει στη γη.
Κι η περιγραφή του ταξιδιού του Ικαρομένιππου στον φίλο τελειώνει εδώ.
Ακολουθώντας τη σκέψη του Jacques Lacarrière που φτερώθηκε από τον δικό μας Ίκαρο, γιο του πολυτεχνίτη Δαίδαλου (18) θα μπούμε και μεις αντιμέτωποι στο δικό του δίλημμα:
Ο σκοπός του ανθρώπου επιτυγχάνεται πάνω στη γη, υποτασσόμενος στους νόμους του θεού, όπως επιδίωξαν οι ηρωίδες που αναφέραμε, και μάλιστα η κόρη του “κάστρου του Κοσκινά”, με μάχες στον πόλεμο ή σώμα με σώμα με τους έρωτες ή με την ανύψωση προς τον ουρανό μηχανευόμενος τρόπους πτήσης, για να ξεφύγει από τη γη και να γίνει ουράνιος ή γιος του ήλιου -θεός, όπως επιχείρησε ο Μένιππος ή ο ήρωάς μας, ο Ίκαρος, με τη νεανική του αποκοτιά;
Υποσημειώσεις και παραπομπές
1. Αλέξη Ι. Πουλιανού, ΛαΙκά τραγούδια της Ικαρίας, Αθήναι, 1964, σ. 256 κεξ.
ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΚΟΣΚΙΝΑ
Ανάθεμα το (γ) Γένοβα, με τόνε Κρυφοράφτη, /που πή(γ)αν να πατήσουνε της Νικαριάς το Κάστρο,/
οπού ‘ταγ κάστρο ξακουστό, παντού εξακουσμένο.
Σαν ήρτασιν, ηράξασιμ μπροστά εις το Φανάρι,/ ζερβά ρίχνουν τίς άγκυρες, πίσω τα παλαμάρια/
κι’ απάνω εις την όστριαν ρίχνουν τίς σιγουράντζες./ Εκ’ ήβρασιν τον Ποδατά, όπου καλά γνωρίζει./
Τη νύχτα το σκοπέβγανε κι’ ολονυχτίς ηζάλλαν/ και μέσα τις βαθές αυγές η Υψηλές γεμώσαν./
Και σαν ηγλυκοχάρασσεν ηπήξαν οι Ατσίδες,/ εκεί φωνήν ηβγάλασιν ν’ ακούσουν αφ’ το Κάστρο./
Κανένας εν ηβρέθηκεν, απόκριση να πέψη,/ μονάχα ο κακόβουλος, ο γέρων, ο Ατζίδης :/
– Μπας και θαρρείς, ώ Γένοβα και σύ, ω Κρυφοράφτη,/ πως είν’ τα δώδεκα νησιά, όπου
τ΄αιχμαλωτίζεις;/ Κι ούλλα τα κάστρα πολεμάς, κ’ ούλλες τις χώρες παίρνεις; /
Εδώ ‘ναι κάστροφ φοβερόμ, παντού εξακουσμένο,/ στου βασιλιά τηγ κάμαρην είναι
σταμπαρισμένο./
Για νάρτουν οι εννι’ αερφοί, οι καστροπολεμίτες,/ τότες να πολεμήσετε, ν’ αντιπαραταχτήτε./
– Και πού ‘ν τους οι ενν΄αερφοί, ν’ αντιαπαραταχτούμε;/ – Μιαν αερφήμ παντρέβγουσιν
απάνω στηλ Λαγκάδα.
Τότες κι’ αυτοί σιμώσασιμ με τόσηγ γρηγοράδα./ Γυρίζουν, τριυρίζουν το, παρα(δ)ομόδ δεν έχει,/
Κι’ ένας μικρός απ’ όλους των, π’ αναθε(μ)ατισμένος,/ ήτον περίσσαν απ’ αυτούς πολλά
δασκαλε(μ)ένος./ \Και βγάλλει τα μαχαίρια του και κάνει τα σκαλάκια,/ κι’ ούλλοι του
κουλουθήσασιν, να κάμουσι ρισάλτο./
Κι έναγ κορίτσιγ κάθεται απανωδιό του κάστρου,/ και στέκει και παρακαλεί εξ όλης της καρδιάς του:
-¨Αγιε μου Γεώργη, Δοργανάμ με(γ)άλο ‘ν τ’ όνομάς σου,/μεγάλημ πού ν ‘η χάρη σου και το
προσκύνημάς σου./
Να σύρω την πλακίτσαμ μου, να πάρω δέκα κάτω./ Και ξαναδευτερώννει την κι ησκότωσεμ πενήντα,
και πάλιγ ξανατρίτωσεγ και πάσιν εννενήντα./
Ένας από τ’΄ανάθεμα, από τους Χαλικάδες,/ αυτήν τηγ κορην αγαπά, μα κείνη έν τοδ δέχει./
Ευτύς αυτός ημπρό(β)αλεν απάνω στο μπεντένι.
-¨Ένα κορίτσι κάθεται απανωδιό του κάστρου,/ αυτό να μου χαρίσετε κι’ εγώ να σας διδάξω./
Κι αυτοί του υπεσχέθηκαν, πως θα του το χαρίσουν, κι άλλα πολλά δωρήματα, ώστε να την αννοίξη./
Και τα κλειδιά τους ήριξεν όξω αφ’ το μπεντένι,/ τότες αυτοί εμπήκασιν ούλλοι αρματωμένοι./
Οι πέντε ιοί της Κώσταινας, οι καστροπολεμίτες,/ άρπάξαν τήμ μαννούλαν τους, μέσ’ στο πριόνιμ
πάσιν.
Α.Π. (Μαριγώ Γλαρού, Εύδηλος 1947, έτ. 90)
Ο Αλέξης Πουλιανός το εντάσσει στα Ιστορικά τραγούδια. Ο Κρυφοράφτης του δημοτικού τραγουδιού είναι ο εκπορθητής του κάστρου του Κοσκινά Φραγκίσκος Αρράντζιος και ο γιος του Ραφαήλ. Βλ. Χαράλαμπου Γ. Παμφίλη Ιστορία της νήσου Ικαρίας, Από των προϊστορικών χρόνων μέχρι της ενώσεως της νήσου μετά της Ελλάδος (1912), επιμέλεια Αθηνά Χ. Παμφίλη-Καρούτσου, σ. 82.
2. “Τεκμήριον του φραγκικού εποικισμού του Δρακάνου αποτελεί και ο ναίσκος του Αγίου Γεωργίου που επιζεί πάντοτε εις τον χώρον που ευρίσκεται ακριβώς κάτω από τον πύργον…. Το Δράκανον
αμυντήριον επί της φραγκικής κατοχή;, ετερμάτισεν την ζωήν του με την αποχώρησιν των Αραγκίων.
Βλ. Ιωάννου Μελά, Ιστορία της νήσου Ικαρίας, σ. 49. Εκκλησία του Άη Γιώργη υπάρχρει και στο Κάστρο του Κοσκινά και στον όρμο του Φαναρίου, Δράκανο, όπου αρχαία Ακρόπολη…
3. Οδύσσεια, σ. σ. 600-601, ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ, ΤΌΜ. Β΄, εκδ. «Πάπυρος».
4. Όσα κάστρα κι αν είδα και περπάτησα,/ σαν της Ωριάς το κάστρο δεν ελόγιασα./ Κάστρο
θεμελιωμένο, κάστρο ξακουστό,/ σαράντα οργυιές του ψήλου, δώδεκα πλατύ,/ μολύβι σκεπασμένο
μαρχαροχυτό, με πόρτες ατσαλένιες κι αργυρά κλειδιά, και του γιαλού η πόρτα ‘στράφτει μάλαμα. /
Τούρκος το τριγυρίζει χρόνους δώδεκα,/ δεν μπόρει να το πάρει το ερημόκαστρο. Κι ένα σκυλί
Τουρκάκι μιας Ρωμιάς παιδί, στον Αμιρά(στρατιωτικός διοικητής) του πάει και τον προσκυνάει./
Αφέντη μ’ Αμιρά μου λαο σουλτάνε μου,/ αν πάρω ‘γω το κάστρο τι είν’ η ρόγα μου, / – Χίλια άσπρα
την ημέρα(ασημένια νομίσματα) κι άλογο καλό, και δυο σπαθιά ασημένια για τον πόλεμο. /- Ουδέ τ
‘ασπρα σου θέλω κι ουδέ τα φλωριά/…μόν’ θέλω γω την κόρη, που ‘ναι στα γυαλιά(στο γυάλινο
πύργο)/ – Ωσάν το κάστρο πάρης, χάρισμα κι αυτή./, Βλ. Κώστας Κουλουφάκος,
ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ, β΄έκδοση, εκδόσεις Πρίσμα, Αθήνα, 1970, σ. 100.
5. Τούρκος από την περιοχή του Ικονίου, εγκαταστημένος στη Θεσσαλία.
6. Εξαρέσκια=πράγματα αρεστά, πόθοι, σ. 171, στίχοι 164, 167, Π. Καλονάρου Βασίλειος Διγενής Ακρίτας, εκδ. Δημ. Ν. Παπαδήμα, 1970
7. “Η αρχική κατασκευή και η ονομασία του Φάρου υπολογίζεται ότι συνέβη κατά τους
αλεξανδρινούς χρόνους. Ήτο φάρος μαζί και σκοπιά. … Τα χαλάσματα της Ακροπόλεως δείχνουν ότι ανήκε εις παλαιοτέραν του πύργου εποχήν, περί τον Ε΄ π.Χ. σιώνα, ενώ η ανέγερσις του πύργου ή η επισκευή του τοποθετείται εις τους καιρούς του Δημητρίου του Πολιορκητή. Βλ. Ιωάννου Μελά
Ιστορία της νήσου Ικαρίας, Προίστορικοί χρόνοι Αρχαιότης, Βυζαντινοί χρόνοι, Φραγκοκρατία, σ.σ.
48-49 ΤΟ ΔΡΑΚΑΝΟΝ, Αθήναι 2001. Βλ. και Χαράλαμπου Γ. Παμφίλη ο.α. σ. σ. 30, 31.
8. Αθέρας, αρχ. αθήρ-αθέρος= το άγανο στο στάχυ, η μύτη του ακοντίου, καθετί που είναι μυτερό ή κορυφή, η κορυφή, το απόγειο της ομορφιάς ενός πράγματος.
9. XXVI ΛΗΝΑΙ Η ΒΑΚΧΑΙ, στ. 34 κεξ. Θεόκριτος Άπαντα, Ειδύλλια, Αποσπάσματα, Επιγράμματα, Σύριγξ, μετάφραση Νικόλαος Γ. Νικολάου, εισαγωγή, σχόλια Φιλολογική Ομάδα Κάκτου, σ.σ. 268, 269.
10. Νικ. Γ. Πολίτου, Παραδόσεις , τ. Α΄σ. 79
11. Βλ. και άρθρο του καθηγητή Πέτρου Γ. Θέμελη στο διαδίκτυο. Που τοποθετεί την ανύψωση του Πύργου επί Δημητρίου Πολιορκητή…. Βλ. σχετικά και την άποψη του Ιστορικού Αντώνη Παπαλά, ο οποίος τοποθετεί την σε ερείπια πλέον Ακρόπολη και το αρχαίο τείχος στην εποχή της 2 ης Αθηναϊκής Συμμαχίας (378-355 π.Χ.)
12. Βλ. Ν. Γ. Πολίτου, Παραδόσεις, τόμος Α΄, σ. 79, αλλά και σ. 29 και 239
13. Βλ. Platon, La République –IV- VII, Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ, 433c ŒUVRES COMPLΈTES . T.vii texte établi et traduit par Έmile Chambry, PARIS 1975 , Société d’ édition LES BELLES LETTRES de La République, VI-VII, 433c,… τοις άρχουσι φρόνησίς τε και φυλακή ενούσα (φυλακή= ως επαγρύπνηση =vigilance (πρβλ βίγλα).
14. Στοιχειό: η ψυχή του σκοτωμένου ανθρώπου ή ζώου που, σύμφωνα με τις λαϊκές προλήψεις μένει στον τόπο, όπου σκοτώθηκε και τον φυλάει. / Κατ’ επέκταση, υπερφυσικό όν. συνήθως κακό, τελώνιο, αερικό.
15. Βλ. Λουκιανού ΑΠΑΝΤΑ, Ικαρομένιππος ή Υπερνέφελος, μετάφραση Ιω. Κονδυλάκη, τόμος 4 ος, Βιβλιοθήκη Φέξη, Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, σ. 146.
16. Λουκιανού ΑΠΑΝΤΑ, ο.α.
17. Η οποία φέρεται και ως μητέρα του Ίκαρου, κατ΄ άλλους μητέρα του η Ναύκρατις/η, δούλη του Μίνωα, που το όνομά της συμβολίζει, κατά τον Robert Graves, (LesMythes Grecs, Fayard, 1958, 1967, σ. σ. 335, 339) την κυριαρχία στη θάλασσα. Ας θυμηθούμε ότι ο Δαίδαλος φέρεται όχι μόνον ως εφευρέτης των πτερών, αλλά και των πανιών των καραβιών.
18. Τα φτερά του Ίκαρου, εκδ. Χατζηνικολή